Ο αφορισμός της Επανάστασης του 1821 τότε και σήμερα.


 201 χρόνια από την Επανάσταση του 1821.

Σπίτια ερειπωμένα, άνθρωποι μπαρουτοκαπνισμένοι, όρθιοι, δίπλα ο ένας στο άλλο, δίπλα στη ζωή, δίπλα και στο θάνατο, έβγαιναν κάθε μέρα μέσα από το φλογισμένο γιγάντιο, ανοιχτό στόμα του Πολέμου και όμως κάποιοι τους αφόρισαν.
Δεν πρέπει να τα ξεχνάμε και αυτά, αυτά που δεν διδάσκονται ακόμα και σήμερα στο μάθημα της ιστορίας.


Και αν θέλεις να διαπιστώσεις πως αυτά που σου λέω δεν είναι υπερβολές και αυθαιρεσίες, διάβασε προσεκτικά αυτά που γράφω.
Μέτρησε, δηλαδή, μια μια τις λέξεις και τότε θα καταλάβεις τι κρύβουν μέσα τους όλα αυτά που μας θυμίζουν τους προδότες στις ηρωικές  εκείνες εποχές.
Τότε που το παπαδαριό (εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων) μπέρδευε την εθνική υποταγή με την λαϊκή βούληση για Εθνική Ελευθερία.
Τις εποχές εκείνες που ήρωες έδιναν τη ζωή τους για Εθνική Ανεξαρτησία.
Είναι σαν εκείνους τους "φίλους" που μην μπορώντας να τα βάλουν μαζί σου στ' ανοιχτά, σε παραφυλάνε στη γωνιά και μόλις τους γύριζες την πλάτη σού πετάνε την πέτρα, που κρατάν σφιχτά στο χυδαίο τους χέρι.

Βαρθολομαίος. Τον Αύγουστο του 1961, σε ηλικία 21 ετών, χειροτονείται ιεροδιάκονος Βαρθολομαίος Αρχώντης, από τον οικουμενιστή γέροντά του Μελίτων. 
Την περίοδο 1961-1963 υπηρετεί στον τουρκικό στρατό ως έφεδρος αξιωματικός.
2 Νοέμβρη του 1991, τότε επίσκοπος Χαλκηδόνος και η φιλοτουρκική δήλωσή του.
Δυστυχώς οι δυο λαοί διέκοψαν την υπέροχη συμβίωση των 400 χρόνων, όταν ξεσηκώθηκαν κάτι ξεβράκωτοι το 1821 και δημιούργησαν τις γνωστές προστριβές. 

Με στολή τούρκου αξιωματικού
(Η φιλοτουρκική δήλωση του Πατριάρχη, έγινε μια μόλις βδομάδα πριν την ενθρόνισή του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στις 2 Νοέμβρη του 1991) είπε  αυτός ο απόλεμος που και πριν λίγο καιρό έδωσε την υποστήριξή του στις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις  στο Αφρίν που εξεδήλωσε με επιστολή του προς τον Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. 

Όλοι λοιπόν εμείς σήμερα, ας ανατρέξουμε ιστορικά και ας θυμηθούμε τι προσέφερε στον Ελληνισμό το Πατριαρχείο όλα αυτά τα χρόνια, και τι προσέφεραν οι "ξεβράκωτοι" ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ, ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ, ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ, ΑΘ.ΔΙΑΚΟΣ …. και τόσοι άλλοι.




Αλλά ας αφήσω τα γεγονότα να μιλήσουν.

ΤΟΤΕ
Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Ε' (Γεωργάκης Αγγελόπουλος)
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Ε΄.jpg
με το κείμενο αυτό αφορίζει και καταδικάζει την Επανάσταση του 1821.

Πρωτοδημοσιεύθηκε στο ελληνικό περιοδικό "Λόγιος Ερμής" που τυπώνονταν στην Βιέννη της Αυστρίας.
Τα γραπτά όμως μένουν... Εκτός από τον αφορισμό, ο Γρηγόριος Ε' είχε αποστείλει και δύο ακόμη εγκυκλίους: Μία ανοιχτή για να διαβαστεί στους κληρικούς και μία ακόμη εμπιστευτική προς τους μητροπολίτες την οποία φυσικά κανένας δεν τον υποχρέωσε να συντάξει.
Αξίζει να σημειωθεί, πως οι « πατέρες » υπέγραψαν τον αφορισμό πάνω στην Αγία Τράπεζα (αναφέρεται άλλωστε και μέσα στο κείμενο), προσδίδοντας έτσι με αυτή την συμβολική κίνηση όλη την « ιερότητα » που απαιτούνταν και αποδεικνύοντας την σημασία που του έδιναν, διαψεύδοντας ταυτοχρόνως τους ισχυρισμούς περί εξαναγκασμού.
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ:
"Γρηγόριος ελέω Θεού αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, νέας Ρώμης και Oικουμενικός Πατριάρχης.
Οι τω καθ' ημάς αγιωτάτω, πατριαρχικώ, αποστολικώ και οικουμενικώ θρόνω υποκείμενοι ιερώτατοι μητροπολίται και υπέρτιμοι και θεοφιλέστατοι αρχιεπίσκοποι τε και επίσκοποι, εν αγίω Πνεύματι αγαπητοί αδελφοί και συλλειτουργοί, και εντιμότατοι κληρικοί της καθ' ημάς του Χριστού μεγάλης εκκλησίας και εκάστης επαρχίας ευλαβέστατοι ιερείς και οσιότατοι ιερομόναχοι, οι ψάλλοντες εν ταις εκκλησίαις της Πόλεως, του Γαλατά και όλου του Καταστένου και απανταχού, και λοιποί απαξάπαντες ευλογημένοι Χριστιανοί, τέκνα εν Κυρίω ημών αγαπητά, χάρις είη υμήν και ειρήνη παρά Θεού, παρ' ημών δε ευχή, ευλογία και συγχώρεσις.
Η πρώτη βάσις της ηθικής, ότι είναι η προς τους ευεργετούντας ευγνωμοσύνη είναι ηλίου λαμπρότερον και όστις ευεργετούμενος αχαριστεί είναι ο κάκιστος των ανθρώπων. Αυτήν την κακίαν βλέπομεν πολλαχού στηλιτευομένην και παρά των ιερών γραφών και παρ' αυτού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ασυγχώρητον, καθώς έχομεν το παράδειγμα του Ιούδα. Όταν δε η αχαριστία ήναι συνωδευμένη και με πνεύμα κακοποιόν και αποστατικόν εναντίον την κοινής ημών ευεργέτιδος και τροφού, κραταιάς και αηττήτου βασιλείας, τότε εμφαίνει και τρόπον αντίθεον, επειδή ουκ έστι, φησί, βασιλεία και εξουσία ειμή υπό Θεού τεταγμένη όθεν και πας ο αντιττατόμενος αυτή τη θεόθεν εφ' ημάς τεταγμένη κραταιά βασιλεία, τη του Θεού διαταγή ανθέστηκε.
Και τα δύο ταύτα ουσιώδη και βάσιμα ηθικά και θρησκευτικά χρέη κατεπάτησαν με απαραδειγμάτιστον θρασύτατα και αλαζονείαν ο,τε προδιορισθείς της Μολδαυίας ηγεμών ως μη ώφειλε, Μιχαήλ, και ο του γνωστού αγνώμονος και φυγάδος Υψηλάντου αγνώμων υιός Αλέξανδρος Υψηλάντης. Εις όλους τους ομογενείς μας είναι γνωστά τα άπειρα ελέη, όσα η αένναος της εφ' ημάς τεταγμένης κραταίας βασιλείας πηγή εξέχεεν εις τον κακόβουλον αυτόν Μιχαήλ' από μικρού και ευτελούς τον ανύψωσεν εις βαθμούς και μεγαλεία από αδόξου και ασήμου τον προήγαγεν εις δόξας και τιμάς, τον επλούτισε, τον περιέθαλψε, τέλος πάντων τον ετίμησε και με τον λαμπρότατον της ηγεμονίας αυτής θρόνον και τον κατέστησεν άρχοντα λαών.
Αυτός όμως, φύσει κακόβουλος ων, εφάνη τέρας έμψυχον αχαριστίας και συνεφώνησε μετά του Αλεξάνδρου Υψηλάντου, υιού του δραπέτου και φυγάδος εκείνου Υψηλάντου, όστις παραλαβών μερικούς ομοίους του βοηθούς ετόλμησε να έλθη αίφνης εις την Μολδαυίαν, και αμφότεροι απονενοημένοι επίσης, αλαζόνες και δοξομανείς, ή μάλλον ειπείν, ματαιόφρονες, εκήρυξαν του γένους ελευθερίαν και με την φωνήν αυτήν εφείλκυσαν πολλούς των εκεί κακοήθεις και ανοήτους, διασπείραντες και αποστόλους εις διάφορα μέρη δια να εξαπατήσωσι και να εφελκύσωσιν εις τον ίδιον της απωλείας κρημνόν και άλλους πολλούς των ομογενών μας.
Διά να δυνηθώσι δε τρόπον τινά να ενθαρρύνωσι τους ακούοντας μετεχειρίσθησαν και το όνομα της Ρωσσικής Δυνάμεως, προβαλλόμενοι, ότι και αυτή είναι σύμφωνος με τους στοχασμούς και τα κινήματά των πρόβλημα διόλου ψευδές και ανύπαρκτον, και μόνον της ιδικής των κακοβουλίας και ματαιοφροσύνης γέννημά τε και αποκύημα επειδή, εν ω το τοιούτον είναι αδύνατον ηθικώς και πολλής προξένον μομφής εις την ρωσσικήν αυτοκρατορίαν, και ο ίδιος ενταύθα εξοχώτατος πρέσβυς αυτής έδωκεν έγγραφον πληροφορίαν, ότι ουδεμίαν ή είδησιν ή μετοχήν έχει το ρωσσικόν κράτος εις αυτήν την υπόθεσιν, καταμεμφόμενον μάλιστα και αποτροπιαζόμενον του πράγματος της βδελυρίαν και προσεπιπλέον η αυτού εξοχότης ειδοποίησεν εξ επαγγέλματος τα διατρέχοντα, υπομνήσας το βασίλειον κράτος, ότι ανάγκη πάσα να φροντίση ευθύς εξ αρχής τον αποσκορακισμόν και την διάλυσιν των τοιούτων κακών και τόσον εκ της ειδοποιήσεως ταύτης, όσον και από τα έγγραφα, τα οποία επιάσθησαν από μέρους των μουχαφίσιδων των βασιλικών σερχατίων, και από άλλους πιστούς ομογενείς επαρρησιάσθησαν, έγεινε γνωστή εις το πολυχρόνιον κράτος η ρίζα και η βάσις όλου αυτού του κακοήθους σχεδίου.
Με τοιαύτας ραδιουργίας εσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και οι τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν εις έργον μιαρόν, θεοστυγές και ασύνετον, θέλοντες να διαταράξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας, την οποίαν απολαμβάνουσιν υπό την αμφιλαφή αυτής σκιάν με τόσα ελευθερίας προνόμια, όσα δεν απολαμβάνει άλλο έθνος υποτελές και υποκείμενον, ζώντες ανενόχλητοι με τας γυναίκας και τα τέκνα των, με τας περιουσίας και καταστάσεις, και με την ύπαρξιν της τιμής των, και κατ' εξοχήν με τα προνόμια της θρησκείας, ήτις διεφυλάχθη και διατηρείται ασκανδάλιστος μέχρι της σήμερον επί ψυχική ημών σωτηρία.
Αντί λοιπόν φιλελευθέρων εφάνησαν μισελεύθεροι, και αντί φιλογενών και φιλοθρήσκων εφάνησαν μισογενείς, μισόθρησκοι και αντίθεοι, διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας εναντίον των ομογενών μας υπηκόων της, και σπεύδοντες να επιφέρωσι κοινόν και γενικόν τον όλεθρον εναντίον παντός του γένους. Και αγκαλά είναι γνωστόν, ότι, όσοι είναι κατηρτισμένοι τω όντι εις την ευσέβειαν, όσοι νουνεχείς και τίμιοι και των ιερών κανόνων και θείων νόμων ακριβείς φύλακες δεν θέλουν δώσει ευηκοιαν εις τας ψευδολογίας των αχρείων εκείνων και κακόβουλων, επειδή όμως είν' ενδεχόμενον να σηνηρπάσθησαν τινές και παρασυρθώσι και άλλοι, διά τούτο προκαταλαμβάνοντες εκ προνοίας εκκλησιαστικής υπαγορεύομεν πάσιν υμίν τα σωτήρια, και γράφοντες μετά των περί ημας ιερωτάτων συναδελφών, του μακαριωτάτου πατριάρχου των Ιεροσολύμων, των εκλαμπροτάτων και περιφανεστάτων προυχόντων του γένους, των τιμιωτάτων πραγματευτών, των αφ' εκάστου ρουφετίου προκριτωτέρων και όλων των εν τη βασιλευούση ορθοδόξων μελών εκάστης τάξεως και εκάστου βαθμού, συμβουλεύομεν και παραινούμεν και εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν πάσιν υμίν τοις κατά τόπον αρχιερεύσι, τοις ηγουμένοις των ιερών μοναστηρίων, τοις ιερεύσι των εκκλησιών, τοις πνευματικοίς πατράσι των ενοριών, τοις προεστώσι και ευκαταστάτοις των κωμοπόλεων και χωρίων, και πάσιν απλώς τοις κατά τόπον προκρίτοις να διακηρύξετε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακοβούλων ανθρώπων, και να τους αποδείξετε και να τους στηλιτεύσετε πανταχού ως κοινούς λυμεώνας και ματαιόφρονας, και να προσέχετε όσον το δυνατόν εις τας απάτας αυτών και ραδιουργίας, γινώσκοντες, ότι η μόνη απόδειξις της αθωότητος των είναι να εμφανίσωσιν όσα γράμματα λάβωσι τυχόν εις χείρας περί της αυτής υποθέσεως, ή ειδήσεις μάθωσι, και να παρρησιάσωσιν οι μεν ενταύθα εν βασιλευούση προς ημάς, οι δ' εν τοις έξω μέρεσιν εις τους κατά τόπον αρχιερείς και τους διοριζομένους παρ' ημών εκκλησιαστικούς εξάρχους και τους βασιλικούς εξουσιαστάς και διοικητάς, δηλοποιούντες και παραδίδοντες και εκείνους τους απλουστέρους, όσοι ήθελαν φωραθή ότι ενεργούν ανοίκεια του ρεαγιαδιακού χαρακτήρος, καθότι οι τοιούτοι διαταράττουσι την γενικήν ησυχίαν, και κατακρημνίζουσι τους αδυνάτους και αθώους ομογενείς μας εις της απωλείας το βάραθρον.
Και τόσον υμείς οι αρχιερείς, οι μοναστηριακοί, οι ιερωμένοι, και οι προεστώτες και ευκατάστατοι και πρόκριτοι εκάστου τόπου με την άγρυπνον προσοχήν σας, όσον και οι λοιποί εκάστης τάξεως και βαθμού άνθρωποι με τας εκ μέρους σας αδιαλείπτους συμβουλάς και νουθεσίας, και κατά τας πατρικάς και προνοητικάς εκκλησιαστικάς ημών οδηγίας και παραινέσεις να γενήτε εδραίοι και αμετακίνητοι επί του κέντρου του ρεαγιαλικίου, και εξ όλης ψυχής και καρδίας σας να διαφυλλάττετε την πίστιν και κάθε υποταγήν και ευπείθειαν εις αυτήν την θεόθεν εφ' ημάς τεταγμένην κραταιάν και αήττητον βασιλείαν, και να αποδεικνύετε εντελώς με όλα τα πραγματικά της ειλικρινείας σημεία, καθότι η μετ' ευχαριστίας και ειλικρινείας υποταγή χαρακτηρίζει και την προς Θεόν αγάπην και πίστιν, και την προς τας θείας αυτού εντολάς και τας υπαγορεύσεις των θείων νόμων και ιερών κανόνων υπακοήν, και την ευγνωμοσύνην της καρδίας ημών διά τ' άπειρα ελέη, οπού απολαμβάνομεν παρά της βασιλικής φιλανθρωπίας.
Επειδή δε προς τοις άλλοις εγένετο γνωστόν, ότι οι το σατανικόν της δημεγερσίας φρόνημα επινοήσαντες, και εταιρίαν τοιαύτην συστησάμενοι προς αλλήλους συνεδέθησαν και με τον δεσμόν του όρκου, γινωσκέτωσαν, ότι ο όρκος αυτός είναι όρκος απάτης, είναι αδιάκριτος, και όμοιος με τον όρκον του Ηρώδου, όστις, διά να μη φανή παραβάτης του όρκου του, απεκεφάλισεν Ιωάννην τον βαπτιστήν. Αν ήθελεν αθετήσει τον παράλογον όρκον του, τον οποίον επενόησεν η άλογος επιθυμία του, έζη βέβαια τότε ο θείος πρόδρομος, ώστε ενός απλού όρκου επιμονή έφερε τον θάνατον του προδρόμου. Η επιμονή άρα του όρκου εις διατήρησιν των υποσχεθέντων παρά της φατρίας αυτής, πραγματευομένης ουσιωδώς την απώλειαν ενός ολοκλήρου γένους, πόσον είναι ολεθρία και θεομίσητος είναι φανερόν, εξ εναντίας, η αθέτησις του όρκου αυτού, απαλλάττουσα το γένος εκ των επερχομένων απαραμυθήτων δεινών, είναι θεοφιλής και σωτηριώδης. Διά τούτο τη χάριτι του παναγίου Πνέυματος έχει η εκκλησία αυτόν διαλελυμένον, και αποδέχεται και συγχωρεί εκ καρδίας τους μετανοούντας και επιστρέφοντας, και την προτέραν απάτην ομολογούντας, και το πιστόν ρεαγιαλίκι αυτών εναγκαλιζομένους ειλικρινώς.
Ταύτα αμέσως να κοινολογήσετε εις όλους του γνωστούς σας, και να κατασταθήτε όλοι προσεκτικώτεροι, ανατρέποντες και διαλύοντες ως αραχνιώδη υφάσματα, όσα η απάτη και η κακοβουλία των πρωταιτίων εκείνων καθ' οιονδήτινα τρόπον συνέπλεξε. Επειδή, εάν, ο μη γένοιτο, δεν ήθελε καθαρισθή η θανατηφόρος αύτη λύμη, και φωραθώσί τινες τολμώντες εις επιχειρήματα εναντία των καθηκόντων του ρεαγιαλικίου, κοντά οπού οι τοιούτοι έχουσι να παιδευθώσι χωρίς ελέους και οικτιρμών (μη γένοιτο, Χριστέ βασιλεύ!) αμέσως θέλει εξαφθή η δικαία οργή του κράτους του καθ' ημών, και ο θυμός τής εκδικήσεως γενικός των εχλιϊσλάμιδων, και θέλουν εκχυθή τόσων αθώων αίματα αδίκως και παραλόγως, καθώς αποκριματίστως ταύτα πάντα διεσάλπισεν η κραταιά και αήττητος βασιλεία διά του εκδοθέντος και επ' ακροάσει κοινή ημών αναγνωσθέντος υψηλού βασιλικού προσκυνητού ορισμού.
Εκείνους δε τους ασεβείς πρωταιτίους και απονενοημένους φυγάδας και αποστάτας ολεθρίους να τους μισήτε και να τους αποστρέφεσθε και διανοία και λόγω, καθότι και η εκκλησία και το γένος τους έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ' αυτών τας παλαμναιοτάτας και φρικωδεστάτας αράς· ως μέλη σεσηπότα, τους έχει αποκεκομμένους της καθαράς και υγιαινούσης χριστιανικής ολομελείας· ως παραβάται δε των θείων νόμων και κανονικών διατάξεων, ως καταφρονηταί του ιερού χρήματος της προς τους ευεργέτας ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας, ως εναντίοι ηθικών και πολιτικών όρων, ως την απώλειαν των αθώων και ανευθύνων ομογενών μας ασυνειδήτως τεκταινόμενοι, αφωρισμένοι υπάρχειεν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι, και μετά θάνατον άλυτοι, και τω αιωνίω υπόδικοι αναθέματι, και αυτοί, και όσοι τοις ίχνεσιν αυτών κατηκολούθησαν του λοιπού, αν μη θελήσωσιν εννοήσαι την αρπαγήν και απάτην, και επιστραφήναί τε και βαδίσαι την ευθείαν της σωτηρίας οδόν, αν δεν αναλάβωσιν, ό εστι, τον εντελή χαρακτήρα του ρεαγιαδικού αυτών επαγγέλματος.
Τα αυτά δε και κατά της αρχιερωσύνης σας και ιερωσύνης σας επανατείνομεν, εαν μη βαδίσετε, εις όσα εν Πνέυματι αγίω αποφαινόμεθα δια του παρόντος εκκλησιαστικώς, εάν δεν δείξετε εν έργω την επιμέλειάν σας και προθυμίαν εις την διάλυσιν των σκευωριών, εις την αναστολήν των καταχρήσεων και αταξιών, εις την επιστροφήν των πλανηθέντων, εις την άμεσον και έμμεσον καταδρομήν και εκδίκησιν των επιμενόντων εις τα αποστατικά φρονήματα, εάν δεν συμφωνήσετε τη εκκλησία του Θεού, και, εν ενί λόγω, εάν καθ' οιονδήτινα τρόπον δολιευθήτε και κατενεχθήτε κατά της κοινής ημών ευεργέτιδος κραταιάς βασιλείας, έχομεν υμάς αργούς πάσης ιεροπραξίας, και τη δύναμει του παναγίου Πνεύματος εκπτώτους του βαθμού της αρχιεροσύνης και ιερωσύνης και το πυρί της γεέννης ενόχους, ως την κοινήν του γένους απώλειαν προτιμήσαντας. Ούτω τοίνυν γινώσκοντες, ανανήψατε προς Θεού και ποιήσατε καθώς γράφομεν εκκλησιαστικώς και γενικώς παρακελευόμεθα, και μη άλλως εξ αποφάσεως, ότι περιμένομεν κατά τάχος την αισίαν των γραφομένων αποπεράτωσιν, ίνα και η του θεού χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων υμών.
αωκα' εν μηνί Μαρτίω.
Υπεγράφη συνοδικώς επάνωθεν του ιερού θυσιαστηρίου παρά της ημών μετριότητος και της μακαριότητός του και πάντων των συναδέλφων αγίων αρχιερέων.

Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Αποφαίνεται.

Συναποφαίνοται.
Ο Ιεροσολύμων Πολύκαρπος.
Ο Καισαρίας Ιωαννίκιος.
Ο Νικομηδείας Αθανάσιος.
Ο Δέρκων Γρηγόριος.
Ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος.
Ο Βιζύης Ιερεμίας.
Ο Σίφνου Καλλίνικος.
Ο Ηρακλείας Μελέτιος.
Ο Νικαίας Μακάριος.
Ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ.
Ο Βερροίας Ζαχαρίας.
Ο Διδυμοτοίχου Καλλίνικος.
Ο Βάρνης Φιλόθεος.
Ο Ρέοντος Διονύσιος.
Ο Κυζίκου Κωνστάντιος.
Ο Χαλκηδόνας Γρηγόριος.
Ο Τουρνόβου Ιωαννίκιος.
Ο Πισειδίας Αθανάσιος.
Ο Δρύστας Ανθιμος.
Ο Σωζοπόλεως Παίσιος.
Ο Φαναρίου και Φερσάλων Δαμασκηνός.
Ο Ναυπάκτου και Άρτης Άνθιμος".

Εκκλησία της Κρήτης προς ραγιάδες επαναστάτες: Χριστιανοί Ρίψατε τα όπλα.
Στις αρχές Ιουνίου του 1821, αρχίζει επίσημα πια ο κρητικός αγώνας. Η πρώτη φάση των αγώνων διαρκεί ως το 1824, όταν οι Τούρκοι καλούν σε βοήθεια μεγάλες αιγυπτιακές δυνάμεις, που κατορθώνουν, σε φονικές μάχες, να καταπνίξουν τα επαναστατικά κινήματα .
Το ίδιο χρονικό διάστημα που μαινόταν η επανάσταση στην Κρήτη, οι εκεί ιεράρχες, σε απόλυτη σύμπνοια με την αντεθνική δράση του Πατριαρχείου, γύριζαν στα χωριά, και προσπαθούσαν να κάμψουν το ηθικό του πληθυσμού, λέγοντας πως οι επαναστάτες είναι αφορισμένοι, και πως πρέπει να παρατήσουν τα όπλα - τονίζοντας παράλληλα και την υπεροχή των εχθρών - και να ζητήσουν συγχώρεση από την κραταιάν, ένδοξη και φιλάνθρωπον βασιλείαν.

Προς το τέλος του 1823 ο μητροπολίτης Κρήτης, Καλλίνικος Γ΄(με άδεια του σουλτάνου Μαχμούτ Δ΄ χειροτονήθηκε μητροπολίτης) διαμήνυε στο ποίμνιό του:
Χριστιανοί, τέκνα εν Κυρίω!
Γνωστόν έστω υμίν ότι ο ενδοξώτερος αρχιστράτηγος Χασάν Πασάς από φιλανθρωπίαν κινηθείς απεφυλάκισε πολλούς άλλους αδελφούς ημών και εμέ τον ίδιον. Ευρισκόμενος εγώ τώρα υπό την ευνοϊκήν προστασίαν του, ως περί τούτου θέλει σας πληροφορήσει και ο διάκονός μου, δεν δύναμαι από ευγνωμοσύνην να κρύψω την προαίρεσιν και την δικαιοσύνην του. Έρχομαι όμως να παρακαλέσω υμάς, χριστιανοί, να έλθετε πλέον εις συναίσθησιν και να γνωρίσατε με ποίαν ισχυράν δύναμιν του Αντιβασιλέως της Αιγύπτου έχετε να κάμετε.
Όθεν σας συμβουλεύω να ρίψητε τα όπλα και να προσπέσητε εις τοιούτον φιλάνθρωπον αρχιστράτηγον, τον οποίον επίτηδες ο ενδοξώτατος Μεχμέτ Αλής έστειλεν τοιούτον, διά να ειρηνεύση τον τόπον μας...
Ούτω πράξητε χριστιανοί μου προτιμώντες τον ειρηνικόν βίον παρά τας τόσας ζημίας, τας οποίας καθ' εκάστην λαμβάνετε υμείς αυτοί, τα τέκνα σας και τα κτήματά σας...

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1827, ο επίσκοπος Κυδωνίας (Κρήτης) Αρτέμιος, θα προσθέσει κι αυτός το όνομά του στον κατάλογο των "ηρωικών" ρασοφόρων της Εκκλησίας, κοινοποιώντας την ακόλουθη εγκύκλιο, με την οποία συνιστούσε στους επαναστατημένους Κρητικούς -τι άλλο;- την υποταγή στον φιλάνθρωπο Τούρκο άρχοντα:
Χριστιανοί, ευρισκόμενος εις Γραμβούσαν, σας εύχομαι. Λυπούμαι, αδελφοί μου, ότι σας μωραίνει η τύχη, ώστε να επιμένετε ασυλλογίστως εις το ολέθριον φρόνημα της αποστασίας, το οποίον μέλλει δυστυχώς να επιφέρει και τον τέλειον αφανισμόν σας, εάν δεν μεταμεληθήτε, εωσότου έχετε καιρόν, και αποστραφήτε την οδόν ταύτην της πλάνης σας. Δεν πρέπει κατ' ουδένα τρόπον να φροντίζετε, τι κάμνουν εις άλλα μέρη οι αποστάται. Σεις χρεωστείτε να φροντίζετε περί της ιδικής σας σωτηρίας και περί της ζωής των τέκνων σας.
Εντός ολίγου περιμένονται εδώ οι στόλοι της Αιγύπτου και της Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίοι μέλλουν να σας πολιορκήσουν, αυτοί μεν διά θαλάσσης, τα δε στρατεύματα διά ξηράς, ώστε να σάς βιάσωσι να παραδοθήτε και να χαθήτε.
Ο Μουσταφά βέης είναι φιλάνθρωπος και γνωρίζω καλώς ότι δεν θέλει το κακόν σας όθεν από χριστιανικήν αγάπην κινούμενος σας συμβουλεύω και εγώ να προλάβητε τα φρικτά δυστυχήματα, τα οποία σας περιμένουν, εάν πρότερον εκουσίως δεν καταθέσητε τα όπλα και υποταχθήτε εις τον Υψηλότατον βέην μας. Και αυτοί οι ίδιοι φυλακισμένοι καπεταναίοι με παρεκάλεσαν να σας γράψω περί τούτου και προς τούτοις να λάβητε συμπάθειαν εις τα βάσανα, τα οποία σήμερον υποφέρουν εξαιτίας σας.

Υπάρχει και συνέχεια.
-Ο αφορισμός των Κλεφτών και των Αρματολών της Πελοποννήσου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1805
-Ο αφορισμός της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε'
-Ευγένιος Β' - Ένας ακόμη πατριάρχης, που καλούσε τους Έλληνες να δηλώσουν υποταγή στον Σουλτάνο
-Η κατάπτυστη επιστολή του πατριάρχη Αγαθάγγελου προς τους Έλληνες το 1828 και η απάντηση του Ιωάννη Καποδίστρια.

Ο πατριάρχης Αγαθάγγελος Α' Χαλκηδόνος, έστειλε τον Φεβρουάριο του 1828 στην Ελλάδα τους μητροπολίτες Νίκαιας, Χαλκηδόνας, Λάρισας και Ιωαννίνων, με σκοπό να συστήσουν στους κατοίκους της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου Πελάγους, στους μπαρουτοκαπνισμένους και ματωμένους αγωνιστές, που με τόσες θυσίες κέρδισαν την ελευθερία τους να δηλώσουν υποταγή στο σουλτάνο και να επανέλθουν στον οθωμανικό ζυγό. Οι μητροπολίτες είχαν μαζί τους και γράμμα του πατριάρχη, που όχι μόνο συμβούλευε την υποταγή, αλλά υποσχόταν, πως ο "πολυχρονεμένος" σουλτάνος θα έδινε αμνηστία σε όσους υποτάσσονταν. 
Παρακάτω θα παρουσιασθεί αυτό το σκοπίμως αποσιωπούμενο από την επίσημη Ελληνική Ιστορία επεισόδιο με πρωταγωνιστές τον πατριάρχη Αγαθάγγελο και τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια.
Το κείμενο της κατάπτυστης επιστολής δημοσιεύθηκε το 1852, από την εφημερίδα Σφαίρα, έχει ως εξής:

Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Ενδοξότατοι άρχοντες, ευσεβέστατοι κληρικοί, πρόκριτοι και λοιποί πάντες χριστιανοί οι κατοικούντες την Πελοπόννησον και το Αιγαίον πέλαγος, παντός βαθμού και πάσης τάξεως, εις την καρδίαν των οποίων δεν εσβέσθη ο σπινθήρ της αγίας ημών πίστεως καθώς και η σωτηριώδης γνώσις των συμφερόντων σας, χάρις είη πάσιν υμίν και ειρήνη και έλεος παρά Θεού Κυρίου Παντοκράτορος.

Πολλοί από υμάς ενόμισαν βέβαια, βλέποντας την μέχρι τούδε σιωπήν της Εκκλησίας, ότι αύτη είχεν εγκαταλείψει ολοτελώς την φροντίδα περί της σωτηρίας της Πελοποννήσου και των λοιπών τόπων, και ότι εξ αιτίας της αδιαφορίας σας εις το ν’ ακούσετε τα πρώτας αυτής συμβουλάς, αφ’ ου εξέδωκε τους αφορισμούς αυτής, έμεινεν αδιάφορος εις τα δυστυχήματά σας, χωρίς να ζητήσει κανένα μέσον του να δώσει τέλος εις αυτά και ούτω να σας εξαγάγη από τα δεινά τα οποία σας επαπειλούν.

Αν αυτός ήναι ο συλλογισμός σας, εξέλθετε από την απάτην. Καθώς όλοι οι αδελφοί σας οι διεσπαρμένοι εις όλην την κραταιάν αυτοκρατορίαν, η Εκκλησία, αύτη η κοινή Μήτηρ, ησθάνετο λύπην βαθείαν στοχαζομένη τα αγαθά τα οποία απώλεσαν εκείνοι από τους κατοίκους, όσους η αποστασία είχε καταντήσει εις ανήκουστα δεινά και εις κινδύνους πάντοτε αυξανόμενους. Επερίμενε δε την μετάνοίαν των η Εκκλησία διά να σκεπάση αυτούς και πάλιν παρά του Θεού αρχαίαν εκείνην σκέπην και περιβολήν, να τους δώση την συγχώρησην, να τους ελευθερώση από τα δεσμά των, και να τους κάμη κοινωνούς των πνευματικών αυτής ευεργετημάτων.

Η πρόνοιά της υπήρξεν αναμφίβολος, η μακροθυμία και η ευσπλαχνία αυτής εγένοντο πασίγνωστοι, διότι μόλις είδε την προς αυτήν επιστροφήν των εκτός της Πελοποννήσου, οι οποίοι παρεσύρθηκαν και αυτοί από την απάτην και άγνοιαν, και ηδυνήθη να πεισθή περί της ειλικρινούς μετανοίας των, ήνοιξε προς αυτούς αμέσως τας μητρικάς αγκάλας, έλυσε τα δεσμά του αφορισμού, και έκαμεν υπέρ αυτών παρακλήσεις προς τον υπέρτατον κυριάρχην της κραταιάς αυτοκρατορίας. Αξιωθέντες δε συγχωρήσεως οι τόποι ούτοι αναπαύονται σήμερον υποκάτω της σκιάς του αειθαλούς δένδρου της ευσπλαχνίας και της δικαιοσύνης αυτού, απολαύοντες των πολύτιμων αγαθών των οποίων την ανεξάντλητον πηγήν συνέβη εις άλλους άλλοτε να γνωρίσωσιν.

Αλλά μέγα μέρος τόπων ευρίσκεται ακόμη εις την πλάνην. Οι κάτοικοι μόλον τούτο ανεγνώρισαν κατ’ επανάληψιν, ότι ασάκις έδωκαν ακρόασιν εις ξενικάς υποσχέσεις, ηπατήθησαν, και ότι ηθέλησαν ν’ αποπλανηθώσιν από τον δρόμον της υποταγής και της πίστεως, την οποίαν εις την νόμιμον οθωμανικήν εξουσίαν την παρά του Θεού προστατευομένην, οι ξένοι ωφελήθησαν από την πλάνην ταύτην, και η αστόχαστος αύτη θυσία εγένετο χρήσιμος μόνο εις τα συμφέροντα των ξένων. Οι Πελοποννήσιοι και οι κάτοικοι του Αιγαίου πελάγους επιμένουν εις το να ακούουν τους σφαλερούς λόγους των πρωταιτίων και τας πονηράς συμβουλάς των ξένων, οι οποίοι με επιτηδείαν προμελέτην ομιλούντες, φροντίζουν να κρύπτουν τας αληθινάς περιστάσεις των πραγμάτων, και παρεξηγούν επί κακού της κραταιάς βασιλείας, την ευσπλαχνία και συγκατάβασιν προς εκείνους οι οποίοι νοούν με ειλικρίνειαν.

Ούτω πεπλανημένοι υποπτεύουν ότι μετά την επιστροφήν των, τους περιμένει τιμωρία ανάλογος με το πταίσμα των. Η δε πρόνοια της Εκκλησίας θέλει κατά τούτο να μιμηθή το παράδειγμα του ευαγγελικού ποιμένος, και να ζητήση το πεπλανημένον πρόβατον διά να το επαναφέρη εις πνευματικήν και πολιτικήν ποίμνην από την οποία απεμακρύνθη, διά να το αναπαύση υπό την σκιά του βασιλικού ελέους και να το εμπιστευθή εις τας φροντίδας του. Θα ακούση άραγε την φιλικήν φωνήν το πλανηθέν; Θα καταλάβη το πνεύμα των σωτήριων συμβουλών; Θα ιδή το αληθινόν συμφέρον του και θα το εννοήση; Ή η καρδία του σκληρυνθείσα από τας παρεξηγήσεις, τα όμματά του θαμβωθέντα από την απατηλήν λάμψιν, θα θελήσουν ακόμη να πλανώνται εις άλλον δρόμον και να μην βλέπουν παρά αθεράπευτον το κακό;

Ημείς μόλον τούτο θα εκπληρώσωμεν το ιερό χρέος της προνοίας και φιλανθρωπίας, στέλλοντες ακόμη μίαν φοράν τας συμβουλάς μαςεν μέσω της ποίμνης. Εσκέφθημεν περί όλων όσων κάθε φρόνιμος και συνετός άνθρωπος χρεωστεί να ενθυμήται, περί της απολαύσεως των αγαθών τα οποία έδιδον τα μέσα του ζην, ομοίως με αυτούς τους ιδίους τους μουσουλμάνους, προς τους υπηκόους Έλληνας όσοι ήξευραν να διατηρώνται εις την έντιμον αυτών θέσεων, η οποία τους εσυγχώρει να επιχειρούν παν είδος εμπορίου και ν’ απολαμβάνουν παν είδος ωφελείας, να δύνανται να επικαλώνται την δικαιοσύνην και να την ευρίσκωσιν ενώπιον των δικαστηρίων. Οι κάτοικοι της Πελοποννήσου απελάμβανον εκ περισσού όλα αυτά τα δικαιώματα με τα οποία ετιμώντο ως δείγμα μεγαλυτέρων χαρίτων, θεμελιωμένων εις συνθήκας παραχωρηθείσας προς αυτούς κατ’ εξαίρεσιν από την βασιλικήν μεγαλοπρέπειαν. Εσκέφθημεν εξ άλλου τα ανεκδιήγητα εκείνα δεινά, εκείνα τα αθεράπευτα δυστυχήματα, τους φόνους, τας αρπαγάς, την άβυσσον εκείνην των θλίψεων εις την οποίαν εκρημνίσθητε, και η οποία θα γενή βαθυτέρα αν δεν κλεισθή αμέσως από το έλεος της κραταιάς βασιλείας, της οποίας τας μητρικάς αγκάλας θέλει ανοίξει η μετάνοιά σας.

Δυνάμενοι εξ ενός μέρους να παραστήσωμεν προς δικαιολογία σας τας προτροπάς εκείνων, οίτινες υποθάλπουν την αταξίαν και αυχαριστούνται εις την ταραχήν, των οποίνων αι ολέθριαι συμβουλαί παρασύσρουν συχνά τους πλέον προσεκτικούς και φρονίμους, εξ άλλους δε γνωρίζοντες ότι η βασιλική εξουσία μιμουμένη την αγαθότητα του ουρανίου Βασιλέως, μας αποδεικνύει μεν αναρίθμητα παραδείγματα, ότι δέχεται με επιείκειαν όλους εκείνους οι οποίοι καταφεύγουν εις το ιερόν άσυλον τους ελέους της και προστρέχουσιν εις αυτόν με ειλικρίνειαν, ετολμήσαμεν να παρουσιασθώμεν ενώπιοναυτής και να δώσωμεν αναφοράν με την ημετέραν σφραγίδα, προσφέροντες την μεσιτείαν μας την θεμελιωμένην εις το εθνικόν και θρησκευτικόν δίκαιον.Ο σκοπός των παρακλήσεών μας ήτον, όχι μόνον η ασφάλειά σας μετά την επιστροφήν σας εις την υποτογήν, αλλ’ ακόμη μία συγχώρησις πλήρης και τελεία, η απόδοσις όλων των προνομίων όσων δύναται να συμφωνήσουν με την κατάστασιν του υπηκόου, διά να δυνηθώμεν να πραΰνομεν τας τας τεταραγμένας καρδίας σας, και να στερεώσωμεν την ησυχίαν της ζωής της ιδικής σας και των απογόνων σας, αναλόγως της πίστεως με την οποίαν θα διατηρήσετε την σειράν της υποταγής.

Χάρις είη προς τον Ύψιστον, και δεδοξασμένον το δεδοξασμένον το άγιον όνομα αυτού από του νυν και εώς του αιώνος, ότι έκαμε ν’ αναβλύσωσιν από την καρδίαν της υψηλής Κυβερνήσεως νέα ευεργετήματα. Αι ελπίδες ημών δεν εψεύσθησαν. Ελάβομεν παρ’ αυτής, όχι μόνον λόγους παρηγορίας, αλλά και έγγραφον παραδοχήν της ταπεινής μεσολαβήσεως και των παρακλήσεών μας, και ίδομεν ότι διά της παραδοχής ταύτης επικυρώθη το δικαίωμα το το παραχωρηθέν εις τον ημέτερον πατριαρχικόν θρόνον, του να μεσολαβή εις τα υποθέσεις τους έθνους.

Η αυτοκρατορική Κυριαρχία σάς αναγγέλει διά της μεσολαβήσεώς μας, ότι εις την εγκληματικήν απάτην και διαφθοράν η οποία σας παρέσυρε, θέλει ν’ αντιτάξη την επιείκειαν και μακροθυμίαν της και να αναγκάση εις την ευγνωμοσύνην τας καρδίας τας πλέον απεσκληρυμένας. Εις την πλήρην και τελείαν αμνηστείαν, εις την παντελή λήθην του παρελθόντος, θέλει να προσθέση όχι μόνον την άφεσιν των νομίμων αποζημιώσεων, αλλά και των εισοδημάτων των επτά ετών, τα οποία παρήλθον από της επαναστάσεως, και τέλος την ασυδοσίαν δι’ εν έτος ακόμη μετά την υποταγήν. Αποκαθιστά τα πρώην καθεστώτα και τας συνθήκας περί της πελοποννήσου και των νήσων, προ πάντων δε την ελευθέραν εξάσκησιν των θρησκευτικών ημών εθίμων καθ’ όλην των την έκτασιν. Η Υψηλή Κυβέρνησις εδήλωσε τας ευνοϊκάς αυτής διαθέσεις διά των εξής όρων:

(Όροι του Σουλτάνου προς τους Έλληνας)

Είναι γνωστόν εις όλον τoν κόσμον, ότι η Υψηλή Κυβέρνησις, καθώς το ομολογεί ειλικρινώς ο Πατριάρχης, παραχωρεί πάντοτε αφθόνους χάριτας προς έκαστον των υπηκόων της, οι οποίοι ευρισκόμενοι υπό την θεόσωστον αυτής εξουσίας, απέχουν του να παραβιάζωσι τα χρέη τα οποία χαρακτηρίζουν έναν πιστόν υπήκοον. Οι κάτοικοι ραγιάδες του Μωρέως και των νήσων της Άσπρης θαλάσσης απελάμβανον κατ’ εξοχήν, όλην την εύνοιαν της Υψηλής Κυβερνήσεως και ως εκ τούτου είχον το πλεονέκτημα να ζώσιν αναπαυόμενοι υπό την σκιάν του ισχυρού κράτους, ν’ απολαμβάνουν εντελή ησυχίαν, και να εξακολουθούν εν ειρήνη τας εμπορικάς υποθέσεις των, τόσον διά ξηράς όσον και διά θαλάσσηςκαι ν’ απολαμβάνουν άφθονα κέρδη. Εχρεώστουν λοιπόν εις την Κυβέρνησιν ευγνωμοσύνην διά τόσα αγαθά τα οποία έχαιρον. Αλλά απατηθέντες από μάταια πλάσματα της φαντασίας των, δεν εφοβήθησαν να συνομώσωσιν εναντίον της ισχυράς αυτοκρατορίας, και απορρίπτοντες διά μιας την ευτυχίαν, την οποίαν από τους προγόνους των εκληρονόμησαν, αυτοί οι ίδιοι κατετάραξαν την ησυχίαν των και επροκάλεσαν εναντίον των αυστηροτέρας ποινάς.

Μόλον τούτο, η Υψηλή Κυβέρνησις μη ακούουσα παρά την επιείκειαν και φιλανθρωπίαν της, μη τιμωρούσα τους αντάρτας οι οποίοι επιμένουν εις την αποστασίαν, μη μεταβάλλουσα κατ’ ουδέν τον συνήθη τρόπον του φέρεσθαι προς τους υπηκόους της, δεν εσυμβουλεύθη παρά το έλεος αυτής, εις τα οποία μετεχειρίσθη μέσα προς διόρθωσιν των πρώτων και προς επιστροφήν των δευτέρων, λησμονούσα τα παρελθόντα αμαρτήματά των, ως να μην υπήρξαν ποτέ, φροντίζει, καθώς και πρότερον, διά την διατήρησιν της ησυχίας και την ανακούφισιν εκείνων οι οποίοι προστρέχουσιν εις το άσυλον της αγαθότητος αυτής. Επανερχόμενοι εις εαυτούς θα εννοήσωσιν ότι ο δρόμος τον οποίον ακολουθούν δεν φέρει εις αγαθόν τέλος, και καθώς έως σήμερον δεν επέτυχον ως αποτέλεσμα ειμή δυστυχίαν και κακήν έκβασιν, δεν θα εύρωσιν επίσης και του λοιπού, παρά την απώλειαν ζωής και των υπαρχόντων των, καταστρέφοντες ούτω διά των ιδίων χειρών των το οικοδόμημα της ευτυχίας των.

Εάν λοιπόν εννοούντες τας αληθείας ταύτας, μετανοήσωσι δι’ όσα έπραξαν και ρίφθωσιν εις τας αγκάλας της Υψηλής Κυβερνήσεως, αύτη αντί τούτων χαρίζει εις αυτούς πληρέστατην αμνηστίαν, όπως ο μουσουλμανικός νόμος απαιτεί και καθ’ όσον κατά το μέλλον θέλουσι μείνει εις το κέντρον της υποτελείας (ρεαγιαλίκι) και της πίστεως, τα προηγηθέντα αμαρτήματά των δεν θέλουσι ονειδισθή ποσώς· και μόλον ότι κατά την απαίτησιν του ιερού νόμου αι γαίαι των και όλα των τα κτήματα έπρεπε ν’ απωλεσθώσι δι’ αυτούς και να μεταβώσιν εις την κυριότητα της Κυβερνήσεως, μόλον τούτο από υχηλήν συγκατάβασιν, άπαντα θέλουσι διαμείνει εις τους ζώντας ή τους κληρονόμους των αποθανόντων.

Μόλον ότι δε η Υψηλή Κυβέρνησις έχει το δικαίωμα να μεταβάλη το σχήμα της διοικήσεως των τόπων τούτων, όπως φανή εις αυτήν εύλογον και όπως η πολιτική της το απαιτεί, εξ επιεικείας όμως θέλει αποκατασταθή η πρώτη τάξις, διότι αύτη συντελεί εις την ειρήνην και την ησυχίαν των κατοίκων διά της επαγρυπνήσεως εις την εκτέλεσιν των νόμων και της δικαιοσύνης. Οι μουσουλμάνοι θέλουν κατοικεί, ως και πρότερον, εις τας ιδιοκτησίας των, οι δε υπήκοοι θέλουσι παραδώσει εις τους επιστάτας και προϊσταμένους της Υψηλής Κυβερνήσεως τα φρούρια όσα κατέχουσι, τα κανόνια και παν άλλο πολεμικόν όργανον. Ούτοι δε θέλουσι κατοικήσει τότε τους αρχαίους αυτών τόπους, αναλαμβάνοντες τας ιδιοκτησίας των· περιπλέον ουδέν εμπόδιον δεν θέλει επιφερθή εις την παραχώρησιν των αρχαίων ακκλησιών των και εις την εξάσκησιν των θρησκευτικών αυτών εθίμων, αν δε και ήθελεν είναι συνεπές το ν’ απαιτήση παρ’ αυτών η Κυβέρνησις τας αποδεκατώσεις ως και τον κεφαλικόν φόρον (χαράτσι) και παν άλλον είδος φόρων, όσα συνεσωρεύθησαν κατά το διάστημα των 6-7 ετών, και την αποζημίωσιν τοσούτων εξόδων γενομένων εις χρήματα εκ του δημοσίου ταμείου ένεκα ανταρσίας των, παραιτούνται εις αυτούς άπαντα ταύτα, χάριν της παρακλήσεως των μεσολαβησάντων, και έτι περιπλέον ως μαρτύριον της ευσπλαχνίας και της φιλανθρωπίας, την οποίαν η Υψηλή Κυβέρνησις επιδεικνύει προς τους υποτελείς αυτής υπηκόους.

Αφού η διοίκησης του Μωρέως ήθελεν ανατεθή πάλιν εις έναν βεζίρην δίκαιον και ευνοϊκόν προς τους Έλληνας, θέλει δοθή πάντοτε προσοχή εις ό,τι δύναται να συντελέση εις την ευζωίαν των υπηκόων του ισχυρού Κράτους, και να προφυλάξη αυτούς από πάσης αδικίας και καταθλίψεως. Αλλ’ εάν, μη γινώσκοντες να εκτημίσωσι τα εξ επιεικείας υποσχόμενα εις αυτούς δωρήματα, επιμείνωσιν εις φανταστικάς ορέξεις παρεκτρεπομένας από την σειράν του υπηκόου, ας μάθωσι ότι η επιείκεια δεν θέλει προβή περαιτέρω, και ότι εντός της προσθεσμίας τριών μηνών η επιστροφή των προς την Κυβέρνησιν θέλει προξενήσει εις αυτούς την εκπλήρωσιν των ευεργετικών υποσχέσεων, όσαι γίνονται σήμερον προς αυτούς· και ότι αν τουναντίον επιμένωσιν εις την ανταρσίαν των, θέλουν είναι υπεύθυνοι διά το έγκλημά των και εις τούτον και εις τον άλλον κόσμον.

Η παρούσα έγγραφος απόκρισις, σάς παραχωρείται με την άδειαν να γνωστοποιηθή εκ μέρους του Πατριαρχείου εις τους κατοίκους.

(Συνέχεια της πατριαρχικής επιστολής)

Τα ευεργετήματα, τα οποία προσφέρει η ισχυρά αυτοκρατορία κατά συνεπείαν της μεσολαβήσεως και των προνοητικών παρακλήσεών μας υπέρ πάντων υμών, πρέπει αναμφιβόλως να σας ευχαριστήσωσι και να ευφράνωσι την καρδίαν σας, να εξαλείψουν τας υποψίας, να αποκρούουν πάσαν πρόφασιν, και να καταστρέψουν τας πανουργίας των εναντίων.

Διά τον σκοπόν τούτον, η παρούσα επιστολή, γεγραμμένη δι’ όλους υμάς, διαβιβάζεται διά προσώπων εκλεκτών και αξιοσυστάτων, εκ των εγκρίτων αρχιεπισκόπων της Ιεράς Συνόδου, των σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών, Νικαίας Ιωσήφ, Χαλκηδόνος Ζαχαρίου, Λαρίσσης Μελετίου, και του Μεγάλου Πρωτοσυγγέλου της ημετέρας Εκκλησίας. Οι σεβάσμιοι ούτοι απεσταλμένοι, θέλουν σας προτρέψει και διά ζώσης φωνής ν’ ακούσητε τας συμβουλάς ημών, αγαπητά εν πενύματι τέκνα, ενόσω είναι καιρός χαρίτων, καιρός μετανοίας. Διά τους οικτιρμούς του Θεού, μη χάνετε την πολύτιμον ταύτην περίστασιν, την οποίαν μετά ταύτα θα ζητήσετε χωρίς να δυνηθήτε να την εύρητε· σκέφθητε με φρόνησιν και φεισθήτε συγχρόνως την ψυχήν, το σώμα και την περιουσίαν σας. Ακούσατε την φωνήν μιας μητρός ήτις σας έθρεψε πνευματικώς· αποδεχθείτε μετά προθυμίας τας σωτηρίους νουθεσίας της, και δείξατε δι’ επιστροφής ειλικρινούς, πόσον μεγάλη είναι η μετάνοια διά τα γενόμενα. Επανερχόμενοι εις την ιεράν ποίμνην του Χριστού, θέλετε προξενήσει χορόν εις ημάς και εις πάντα όστις φέρει το όνομα του χριστιανού.

Προσδράμετε όλοι εις τας αγκάλας τας οποίας σας ανοίγει η Κραταιά Βασιλεία, εάν θέλετε να ιδήτε πάλιν ημέρας φαιδράς και αλύπους, και ν’ αποφύγητε κινδύνους και σκοπέλους επί των οποίων τέλος πάντων θα συντριφθήτε. Σπεύσατε να φθάσητε εις τον σωτήριον λιμένα, εις τον οποίον θέλομεν σας υποδεχθή μετά χαράς.

Περιμένομεν κατά το ωρισμένον διάστημα των τριών μηνών τα αποτελέσματα των φρονίμων συμβουλών, τας οποίας σας φέρουν τα διακεκριμένα υποκείμενα εις τα οποία επιτρέψαμεν ταύτην αποστολήν, και ελπίζομεν ότι τα αποτελέσματα θέλουν είναι ευάρεστα εις την Κυβέρνησιν. Θέλετε εκπληρώσει τας πράξεις τας οποίας σας επιβάλλουν τα ιερά χρέη της υποταγής· ημείς δε θέλομεν σας ανταμείψει διά των δωρεών των εκκλησιαστικών ημών χαρίτων.

Αλλ’ αν, ο μη γένοιτο, και πάλιν απαντήσωμεν ισχυρογνωμίαν και απείθειαν προερχομένη από τας απατηλάς ιδέας αι οποίαι σας αποπλανούν, η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται… Υμείς όψεσθε.

Οι μητροπολίτες, αφού συνάντησαν πρώτα τον Ιμπραήμ, πήγαν ύστερα στο Ναύπλιο, όπου όμως ο έπαρχος Γενοβέλης δεν τους άφησε να εισέλθουν, για να μην επηρεάσουν τον πληθυσμό. Το ίδιο συνέβη και στην Τριπολιτσά, όπου ο έπαρχος Βλαχόπουλος τους απαγόρευσε να εισέλθουν στην πόλη. 
Όταν τον Απρίλιο έφτασαν στον Πόρο και τόλμησαν να πουν στον Καποδίστρια, ότι θα διάβαζαν την πατριαρχική προκήρυξη, με την οποία καλούνταν ο ελληνικός λαός να υποταχθεί στο σουλτάνο, όχι μόνον δεν τους το επέτρεψε, αλλά επί πλέον τους μίλησε σε πολύ αυστηρή γλώσσα. 

Η απάντηση του Καποδίστρια  όπως δημοσιεύθηκε στο "Δελτίο του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού", τόμος Β’, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2000:

Αρ. 2683

Ελληνική Πολιτεία
Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος

Προς τον Παναγιώτατον Οικουμενικόν Πατριάρχην και την περί αυτόν αγίαν Σύνοδον.

Η προς τους προύχοντας, κληρικούς, προκρίτους και λοιπούς χριστιανούς κατοίκους της Πελοποννήσου και των νήσων του Αιγαίου Πελάγους εκάστης τάξεως και βαθμού διευθυνθείσα παρά της Υμετέρας Παναγιότητος και της ιεράς Συνόδου επιστολή του Φεβρουαρίου μηνός είχε φανή και εις τας εφημερίδας όλης της Ευρώπης, και αυτής ακόμη της Ελλάδος, ότε εσχάτως οι άγιοι Αρχιεπίσκοποι και Μητροπολίται Νικαίας, Χαλκηδόνος, Λαρίσσης και Ιωαννίνων μετά του Μεγάλου Πρωτοσυγκέλλου έφθασαν εις την νήσον Πόρον, όπου κατά το παρόν και ημείς διατρίβομεν…

Όσον ολίγων ελπίδων και αν ήτον η προσδοκία μας, δεν δυνάμεθα να υποκρύψωμεν εις την Υμετέραν Παναγιότητα την ανέκφραστον λύπην, την οποίαν ησθάνθημεν, όταν εβεβαιώθημεν, ότι η αποστολή των Ιεραρχών τούτων σκοπόν μόνον είχε του να εγχειρίσωσι προς ημάς την ιδίαν του Φεβρουαρίου επιστολήν και να μας προτρέψωσιν εν ταυτώ, καθ’ όλους τους κατεπείγοντας τρόπους, ώστε να τους δώσωμεν καν ελπίδας ότι Ελληνικόν έθνος ήθελε παραδεχθή τας νουθεσίας της Υ. Παναγιότητος.

Οι ίδιοι ημείς, δεξάμενοι παρά των ιδίων αυτών την επιστολήν, είπομεν μεθ’ όλης της παρρησίας τα αίτια, με τα οποία το βήμα τούτο ούτε συνέπειάν τινα εδύνατο να έχη, ούτε καρπούς παντελώς να φέρη αναλόγους προς τας επιθυμίας της Υ. Παναγιότητος.

Βαθύτατα αισθανόμεθα ο,τι οφείλομεν εις την θέσιν και της Μεγάλης Εκκλησίας και της Υ. Παναγιότητος, δια τούτο και δεν εγκρίνομεν να ανακεφαλαιώσωμεν το περιεχόμενον της συνοδικής επιστολής.

Περικυκλούμενος και πολεμούμενος ο λαός ούτος εξ ενός μέρους από φοβερά στρατόπεδα, ωθούμενος συχνάκις έως του χείλους της αβύσσου, ο λαός ούτος υπάρχει ακόμη.

Ομόφωνος και γενική είναι η πεποίθησις αύτη· ούτε οι προύχοντες ούτε ο κλήρος ούτε ο λαός, προς τους οποίους η Υ.Π. διευθύνεται, έχουσιν ούτε δύνανται να έχωσιν άλλην παρ’ αυτήν την πεποίθησιν, χωρίς να εξαχρειωθώσι και να παύσωσι του να είναι άνθρωποι και χριστιανοί.

Πάμπολυ αίμα εχύθη, πάμπολλαι ουσίαι εφθάρησαν εις διάστημα οκτώ ετών πολέμου και δυστυχιών, καθ’ ους ο τόπος ούτος κατηφανίσθη, ώστε όλως διόλου αδύνατον είναι να επανέλθη εις οποιανδήποτε κατάστασιν πραγμάτων βάσιν έχουσαν το παρελθόν!

Εν Πόρω την 28η Μαΐου (9 Ιουνίου) 1828

Ο Κυβερνήτης
Ι. Α. Καποδίστριας

Ο Γραμματεύς της Επικρατείας
Σ. Τρικούπης

Όσον αφορά στον πατριάρχη Αγαθάγγελο και στην εγκύκλιό του, χαρακτηριστικά είναι όσα γράφτηκαν ανώνυμα στη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος» το Σεπτέμβριο του 1828 με τίτλο: «Περί της εις την Ελλάδα αποστολής των Αρχιερέων κατά τον παρελθόντα Απρίλιον». 
Παρατίθενται ορισμένα αποσπάσματα: «…ο Ρεΐζ Εφέντης εις μίαν συνέντευξίν του μετά του Πατριάρχου εφάνη παρωργισμένος και ήλεγξεν αυτόν, ότι δεν εκπληροί τα πατριαρχικά χρέη του. Ο πατριάρχης, φοβηθείς μήπως εκπέση του θρόνου του η μήπως ευρεθή εις ανάγκην να εκκενώση τον συναχθέντα πλούτον του, σκεφθείς επενόησε και επρόβαλεν εις την Πόρταν ότι, αν του εδίδετο άδεια, ηδύνατο να μεταχειρισθή τινά μέσα, δια να διαιρέση τους Έλληνας, και με πρόσχημα θρησκευτικών παραινέσεων να αποτοξεύση εις αυτούς εμφύλιον πόλεμον … Κατ’ αυτόν τον τρόπον ενηργήθη η αποστολή των αρχιερέων και των εγκυκλίων γραμμάτων εις Πελοπόννησον. 
Ο δε πατριάρχης αυτός… περιγράφεται όμως ως άνθρωπος νωθροτάτου νοός και χαμερπών αισθημάτων· διο, και, ενώ αυτόκλητος περιεπλέχθη εις επιχείρημα όσον απερίσκεπτον τόσον και μάταιον, ήδη βλέπων πλησιάζοντα τον καιρόν, καθ’ ον θέλει φανή του κινήματός του η απροβλεψία, κυριεύεται από πολλήν δειλίαν.
Άραγε ο συναχθείς παρ’ αυτού πλούτος δύναται να τον σώση;» Ο επόμενος πατριάρχης, Κωνστάντιος, επικοινώνησε με τον Καποδίστρια και προσπάθησε να τον πείσει να απαγορεύσει να κυκλοφορούν στην Ελλάδα καλβινιστικά βιβλία, εξέφρασε δε «την ζωηράν επιθυμίαν, όπως οι Έλληνες επανέλθωσιν πάλιν υπό τας ζωοπαρόχους ακτίνας του ορθοδόξου πατριαρχικού ήλιου». 
Ούτε σε μεταγενέστερους χρόνους το Πατριαρχείο σταμάτησε να προτρέπει τους ορθόδοξους χριστιανούς να εκτελούν πιστά τα προς τον σουλτάνο χρέη τους. 
Έτσι με την από 23 Φεβρουαρίου 1840 έντυπη εγκύκλιό του ο πατριάρχης Άνθιμος Δ' ο από Νικομηδείας, ευθύς μετά την εκλογή του και την ανάληψη των καθηκόντων του, απευθύνθηκε προς τις μονές του Αγίου Όρους, στις οποίες συνιστούσε να εκτελούν πιστά τα «ρεαγιαδικά χρέη» τους και να προσεύχονται για την μακροημέρευση και υγεία του «ευσπλαχνικωτάτου ημών Άνακτος Σουλτάν Απδούλ Μετζίτ εφένδη». 
Αντίτυπό της, μαζί με άλλα παρόμοια, φυλάσσεται στο Αρχείο της Μονής Δοχειαρίου του Αγίου Όρους (φάκελος: «Πατριαρχικά 1783-1906»).

ΣΗΜΕΡΑ
Τάδε έφη μία εβδομάδα πριν την ενθρόνισή του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στις 2 Νοέμβρη του 1991 ο Βαρθολομαίος Αρχώντης Οικουμενικός Πατριάρχης.
"Δυστυχώς οι δύο λαοί διέκοψαν την υπέροχη συμβίωση των 400 χρόνων, όταν ξεσηκώθηκαν κάτι ξεβράκωτοι το 1821, και δημιούργησαν τις γνωστές προστριβές...".

Αυτοί είπαν τότε:

"Οταν αποφασήσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: "Που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;", αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση."
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης Πνύκα 1838


Εμείς τώρα τι λέμε;
Θέλουμε ή όχι λεύτερη πατρίδα απαλλαγμένη από τους κάθε λογής δυνάστες του ΛΑΟΥ;

Τώρα για όλους εμάς θα πρέπει να είναι ινδάλματα αυτοί οι ''ξεβράκωτοι'' που παρακινήθηκαν πριν 200 χρόνια για να λευτερωθεί η πατρίδα από τον τούρκικο ζυγό και θα πρέπει να αποτελούν οδηγούς για το μέλλον μας, ώστε αν χρειαστεί να κάνουμε και εμείς την Επανάσταση μας για να λευτερωθούμε από τον τωρινό ζυγό.
"Οι βιολιτζήδες άλλαξαν, αλλά ο χαβάς μένει ίδιος"

Αλλά ας πάμε και σε μία άλλη δήλωση του Βαρθολομαίου τον Γενάρη του 2018.
 

Επιστολή στήριξης Βαρθολομαίου στον Ερντογάν για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία.

Ο Βαρθολομαίος ευλογεί την επέμβαση της Τουρκίας στο Αφρίν

Την υποστήριξή του στις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις  στο Αφρίν εξεδήλωσε με επιστολή του προς τον Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Στην επιστολή του, σύμφωνα με όσα αναφέρει η hurriyet daily news, ο κ. Βαρθολομαίος επισημαίνει:

"Ως παράδοση της εκκλησίας μας, προσευχόμαστε πάντα για το κράτος μας, την υγεία των  ηγετών μας και την ευτυχία και καλοδαιμονία του λαού μας. Δεν έχουμε ξεχάσει τους εκατοντάδες που έχουν εκτοπισθεί εξαιτίας των συγκρούσεων στη νότια γειτονιά μας, και ειδικά στη Συρία λέει ο Οικουμενικός Πατριάρχης προσθέτοντας ότι η εκκλησία προσεύχεται στο Θεό για να αποκατασταθεί η ειρήνη στη Συρία.
Η αποφασιστική στάση του Προέδρου Ερντογάν που απαγορεύει αυστηρά το συσχετισμό μίας θρησκείας με την τρομοκρατία, αντικατοπτρίζεται στην παγκόσμια κοινή γνώμη. 
Προσευχόμαστε ότι εσείς και οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις θα καταφέρουν επιτυχία και η Επιχείρηση Κλάδος Ελαίας θα φέρει ειρήνη στην περιοχή όπως το όνομά της υπόσχεται.

Η επιστολή στήριξης Βαρθολομαίου στην "Επιχείρηση Κλάδος Ελαίας", (που διεξήγαγε ο τουρκικός στρατός στην περιοχή Αφρίν της Συρίας, εναντίον των κουρδικών δυνάμεων και κατά τη διάρκειά της χάθηκαν ανθρώπινες ζωέςκάτι ανάλογο δηλαδή με την "Επιχείρηση Ειρήνης" στην Κύπρο το 1974.